Όταν η υπόφυση είναι υπερδραστήρια, απελευθερώνει υπερβολικές ποσότητες ορισμένων τύπων ορμονών στην κυκλοφορία του αίματός. Ένας μη καρκινικός (καλοήθης) όγκος στον αδένα, που ονομάζεται αδένωμα της υπόφυσης, είναι συνήθως η αιτία αυτής της κατάστασης. Μια υπερδραστήρια υπόφυση μπορεί να προκαλέσει ποικίλες διαταραχές που επηρεάζουν την ανάπτυξη, τον μεταβολισμό, την αναπαραγωγή και άλλες ζωτικές λειτουργίες του σώματος.
Τι κάνει η υπόφυση;
Η υπόφυση είναι ένας μικρός, αλλά εξαιρετικά σημαντικός αδένας σε σχήμα κερασιού, που βρίσκεται κοντά στη βάση του εγκεφάλου και παίζει κεντρικό ρόλο στον έλεγχο των λειτουργιών του οργανισμού. Λειτουργεί ως «κύριος αδένας», καθώς ρυθμίζει τη δραστηριότητα άλλων ενδοκρινών αδένων μέσω των ορμονών που εκκρίνει στην κυκλοφορία του αίματος. Αυτές οι ορμόνες επηρεάζουν σχεδόν κάθε κύτταρο και όργανο του σώματος, με κύριους στόχους τον θυρεοειδή αδένα, τα επινεφρίδια και τις γονάδες (ωοθήκες ή όρχεις).
Η υπόφυση μπορεί να θεωρηθεί ως ο «θερμοστάτης» του σώματος, ελέγχοντας τις λειτουργίες του με παρόμοιο τρόπο με τη ρύθμιση της θερμοκρασίας σε έναν θερμοστάτη. Όπως ο θερμοστάτης παρακολουθεί τη θερμοκρασία του σπιτιού και στέλνει σήματα για να τη ρυθμίσει, η υπόφυση παρακολουθεί συνεχώς τις λειτουργίες του οργανισμού, στέλνοντας σήματα στους αδένες και τα όργανα για να προσαρμόσουν τη δραστηριότητά τους ανάλογα με τις ανάγκες του σώματός.
Αυτή η διαδικασία ρύθμισης εξαρτάται από παράγοντες όπως το φύλο, τη κατανομή του βάρους και το επίπεδο δραστηριότητας. Η υπόφυση συνδέεται με τον εγκέφαλο μέσω αιμοφόρων αγγείων, και συγκεκριμένα με τον υποθάλαμο, ο οποίος στέλνει σήματα στην υπόφυση για την αύξηση ή μείωση της έκκρισης ορμονών.
Η υπόφυση αποτελείται από τρία μέρη: τον πρόσθιο, τον ενδιάμεσο και τον οπίσθιο λοβό, καθένα από τα οποία έχει εξειδικευμένο ρόλο στη ρύθμιση των ορμονικών λειτουργιών του οργανισμού.
Πρόσθιος λοβός
Ο πρόσθιος λοβός αποτελεί περίπου το 80% της υπόφυσης και απελευθερώνει αυτές τις ορμόνες:
- Αδρενοκορτικοτρόπο ορμόνη (ACTH): Αυτή η ορμόνη οδηγεί τα επινεφρίδια να παράγουν στεροειδείς ορμόνες, κυρίως κορτιζόλη.
- Αυξητική ορμόνη (GH): Αυτή η ορμόνη ρυθμίζει την ανάπτυξη και σύνθεση του σώματος καθώς και το μεταβολισμό.
- Θυρεοτρόπος ορμόνη (TSH): Αυτή η ορμόνη βοηθά τον θυρεοειδή αδένα να παράγει θυρεοειδικές ορμόνες που ελέγχουν πόση ενέργεια έχετε.
- Ωχρινοτρόπος ορμόνη (LH) και ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη (FSH): Αυτές οι ορμόνες προκαλούν τις ωοθήκες και τους όρχεις να εκκρίνουν τις ορμόνες του φύλου που απαιτούνται για την αναπαραγωγή.
- Προλακτίνη: Διεγείρει την παραγωγή μητρικού γάλακτος στα άτομα μετά τον τοκετό.
Ενδιάμεσος λοβός
Ο ενδιάμεσος λοβός εκκρίνει μόνο μία ορμόνη, την ορμόνη διέγερσης των μελανοκυττάρων η οποία επηρεάζει τη χρώση του δέρματος.
Οπίσθιος λοβός
Ο οπίσθιος λοβός αποθηκεύει και απελευθερώνει δύο ορμόνες που παράγει ο υποθάλαμος:
- Αντιδιουρητική ορμόνη (ADH): Αυτή η ορμόνη ελέγχει την ισορροπία νερού και ηλεκτρολυτών.
- Οξυτοκίνη: Διαχειρίζεται τις συσπάσεις της μήτρας κατά τον τοκετό και την παραγωγή και απελευθέρωση του μητρικού γάλακτος.
Ποιες διαταραχές της υπόφυσης σχετίζονται με υπερλειτουργία της;
- Αντιδιουρητική ορμόνη (ADH): Αυτή η ορμόνη ελέγχει την ισορροπία νερού και ηλεκτρολυτών.
- Οξυτοκίνη: Διαχειρίζεται τις συσπάσεις της μήτρας κατά τον τοκετό και την παραγωγή και απελευθέρωση του μητρικού γάλακτος.
Υπάρχουν διάφορες διαταραχές που μπορεί να αναπτυχθούν ως αποτέλεσμα της υπερλειτουργίας της υπόφυσης:
- Νόσος Cushing
- Μεγαλακρία στους ενήλικους ή γιγαντισμός στα παιδιά
- Υπερθυρεοειδισμός
- Υπερπρολακτιναιμία
Πώς διαγιγνώσκεται η υπερλειτουργία της υπόφυσης;
Ο γιατρός θα ρωτήσει για το ιατρικό ιστορικό σας και για τυχόν συμπτώματα που έχετε. Ενδέχεται να παραγγείλει εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις για τη μέτρηση των επιπέδων των ορμονών στο αίμα ή στα ούρα καθώς και για την ανίχνευση της παρουσίας όγκου.
Οι εξετάσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Για το υπερπρολακτιναιμία: Οι εξετάσεις αίματος μετρούν τα επίπεδα της προλακτίνης σας.
- Για την μεγαλακρία: Τα αυξημένα επίπεδα της αυξητικής ορμόνης (GH) στο αίμα προκαλούν μεγαλακρία.
- Για τη νόσο Cushing: Η νόσος Cushing μπορεί να είναι δύσκολο να διαγνωστεί. Για τον έλεγχο των επιπέδων κορτιζόλης μπορεί να χρειαστούν δείγματα αίματος, σίελου και ούρων.
- Για όγκους: Εάν οι εργαστηριακές εξετάσεις υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχετε όγκο, οι απεικονιστικές εξετάσεις μπορούν να καθορίσουν εάν ισχύει κάτι τέτοιο, και εάν ναι, πού βρίσκεται ο όγκος και πόσο μεγάλος είναι. Συνήθως χρησιμοποιείται μαγνητική τομογραφία υπόφυσης (MRI). Η αξονική τομογραφία (CT) μπορεί να χρησιμοποιηθεί εάν δεν μπορείτε να κάνετε μαγνητική τομογραφία, όπως εάν έχετε βηματοδότη ή άλλο εμφύτευμα, αλλά δεν είναι τόσο ειδική στην ανίχνευση μικρών όγκων της υπόφυσης.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Ανάλογα με την κατάσταση του ασθενούς, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει χορήγηση φαρμάκων για τη ρύθμιση των ορμονικών επιπέδων, χειρουργική επέμβαση ή συνδυασμό των δύο. Σε περιπτώσεις όπου απαιτείται χειρουργική παρέμβαση, ο γιατρός μπορεί να χρησιμοποιήσει φαρμακευτική αγωγή για τη συρρίκνωση μεγάλων όγκων πριν την επέμβαση.
- Για το προλακτίνωμα: Η φαρμακευτική αγωγή για τη μείωση των επιπέδων προλακτίνης και τη δυνητική συρρίκνωση του όγκου είναι συνήθως η πρώτη συνιστώμενη θεραπεία. Τα άτομα με μικροαδενώματα που παράγουν προλακτίνη συνήθως λαμβάνουν αγωνιστές ντοπαμίνης ως πρώτη θεραπευτική αγωγή για αρκετούς μήνες. Το προλακτίνωμα είναι το πιο κοινό είδος αδενώματος της υπόφυσης και στο 80% θα αποκατασταθούν τα επίπεδα προλακτίνης στο φυσιολογικό με τη φαρμακευτική αγωγή μόνο. Αυτό συχνά συρρικνώνει τον όγκο αρκετά ώστε να βελτιωθεί η όραση, να σταματήσουν οι πονοκέφαλοι και να αποκατασταθεί η έμμηνος ρύση και η γονιμότητα. Εάν δεν είναι επιτυχής, η χειρουργική επέμβαση είναι η επόμενη επιλογή.
- Για την μεγαλακρία και τη νόσο Cushing: Σε αυτες τις περιπτώσεις η πρώτη επιλογή είναι συνήθως η χειρουργική επέμβαση που ονομάζεται διασφηνοειδική αδενοματεκτομή. Η επέμβαση είναι συνήθως επιτυχημένη εαν διενεργείται από έμπειρο χειρουργό. Η διασφηνοειδική επέμβαση έχει μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας αν πρόκειται για μικροαδένωμα. Σε περίπτωση αποτυχίας της επέμβασης τα αδενώματα μπορούν να αντιμετωπιστούν με φαρμακευτική αγωγή ή με ακτινοθεραπεία.
Η υπερλειτουργία της υπόφυσης μπορεί να προκαλέσει προβλήματα που επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής του ανθρώπου. Αν διαπιστώσετε κάποια από τα συμπτώματα που σχετίζονται με την υπερλειτουργία της υπόφυσης απευθυνθείτε στον ενδοκρινολόγο σας για τη διερεύνηση και την εύρεση της κατάλληλης θεραπείας.
Πηγή: https://my.clevelandclinic.org/health/diseases/15173-hyperpituitarism
Διεύθυνση: Σοφία Κανελλοπούλου, Ενδοκρινολόγος, Λεωφόρος Δημοκρατίας 236, Άγιοι Ανάργυροι.
Τηλέφωνο: 6983379548
Email: s_kanellopoulou@hotmail.com